Wednesday, August 29, 2007

Η στολή


Ένα από τα αγαπημένα μου λογοτεχνικά έργα είναι οι Υπνοβάτες του Hermann Broch. Στον πρώτο τόμο της τριλογίας, που ονομάζεται «1888 Πάσενοφ ή ο Ρομαντισμός», πρωταγωνιστής είναι ένας αξιωματικός του πρωσικού στρατού που πιστεύει με πάθος στις παραδοσιακές αξίες. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ψυχολογίας του, που η πένα του Μπροχ κάνει ώρες-ώρες να μοιάζει διαστροφικό, είναι η εξάρτηση που ο Πάσενοφ έχει από τη στολή του: Δεν την αποχωρίζεται ποτέ, αυτή τον εμψυχώνει, αυτή τον θωρακίζει από τους λογής-λογής κινδύνους παρεκτροπής, αυτή του δίνει ταυτότητα ύπαρξης. Όταν κάτι πάει στραβά ο Πάσενοφ ισιώνει την πλάτη και στηρίζει το λαιμό του στο αυστηρό κολλάρο της στολής του, και οι απειλές τριγύρω του εξασθενίζουν...

Ζω στην Ελλάδα του 2007 και βλέπω –από τηλεοράσεως- την Πελοπόννησο να καίγεται απ’άκρου εις άκρον. Τον μεγάλο αγώνα κατά των πυρκαγιών, έχει αναλάβει πρωτίστως –ως αιχμή του δόρατος- το πυροσβεστικό μας σώμα. Κι όμως, στις εικόνες που βλέπω από την τηλεόραση και τις εφημερίδες, δεν υπάρχει καμία στην οποία να διακρίνεται ένας πυροσβέστης ντυμένος στη στολή "εκστρατείας" του, ένας τυπικός, επαγγελματίας πυροσβέστης, ένας πυροσβέστης-Πάσενοφ που να διαδηλώνει την αξία της αποστολής του διαμέσου της στολής του…

Δεν εννοώ ότι οι πυροσβέστες μας δεν εργάζονται με ζήλο και αυταπάρνηση ή δεν θυσιάζονται τούτες τις μέρες στο βωμό του καθήκοντος. Είναι όμως βέβαιο, ότι για να μην βλέπουμε κανέναν πυροσβέστη με στολή (αλλά όλους με κάτι μπλε φανελάκια και καπελάκια γραφείου) κάτι δεν πάει καλά: Φοβάμαι ότι στην πλειονότητά τους οι πυροσβέστες μας είναι ανεκπαίδευτοι, κακώς εξοπλισμένοι και θυσιάζονται άδικα σε έναν άνισο αγώνα. Αν πάλι στολές υπάρχουν, αλλά δεν τις φοράνε γιατί κανείς δεν τους το επιβάλλει, τότε υπάρχει διπλό πρόβλημα. Φαίνεται γενικώς ότι το Κράτος μας δεν φρόντισε μέχρι σήμερα για τίποτε (ή για κάτι) εκ των δύο ακολούθων: να δοθεί στο πυροσβεστικό σώμα ο κατάλληλος και αναγκαίος εξοπλισμός ώστε να κάνει καλά τη δουλειά του αλλά και να διαμορφωθεί στο σώμα αυτό μια επαγγελματική συνείδηση και να επιβληθεί μια εμφάνιση τέτοια, που να πείθει ως άξια εμπιστοσύνης τον απλό πολίτη. Πώς να οργανώσεις τον πανικόβλητο κόσμο που τρέχει να σωθεί στα σοκάκια των χωριών, αν δεν εμφανιστείς πρώτα πρώτα αξιόπιστος, με τη στολή σου, δίνοντας κατευθύνσεις για αποτελεσματική διάσωση και πυρόσβεση;
Θα μου πείτε «οι στολές μας μάραναν, εδώ καιγόμαστε»…Φοβάμαι ότι και γι’ αυτό –ανάμεσα σε άλλα- καιγόμαστε σήμερα. Γιατί "δεν μας μάραναν" οι στολές, γιατί δεν δώσαμε τη δέουσα προσοχή και σημασία στην αξία τους, ή καλύτερα στην αξία που ενσαρκώνει η κάθε στολή. Η Πολιτεία μας δεν φρόντισε να εμφυσήσει «αξίες» στο πυροσβεστικό σώμα (και να τις εκφράσει με επαρκή υλικό εξοπλισμό) και έτσι το πυροσβεστικό μας σώμα σήμερα πάσχει. Μήπως όμως αυτό δεν συμβαίνει και με τόσα άλλα σώματα και τόσες άλλες υπηρεσίες στην Ελλάδα, στις οποίες λείπουν οι αξίες ως βάση λειτουργίας, και τη θέση τους έχουν πάρει χίλιες μύριες απαξίες;

Για να γυρίσω στον αγαπημένο μου Μπροχ: Μετά τον Πάσενοφ, έρχεται εκεί ο Ες και η αναρχία –στην Ελλάδα του 2007 ωστόσο, ήρθαν οι φωτι-Ες και το χάος. Είναι δε βέβαιο ότι δεν χρειάστηκαν για να έρθουν την ύπαρξη πυροσβεστών-Πάσενοφ. Έχει καμιά σημασία άραγε, η μικρή αυτή διαφορά; Κατά τη γνώμη μου έχει. Μια κατάρρευση αξιών που χωρεί όταν αξίες υπήρχαν, συνοδεύεται από την ελπίδα μιας νέας τάξης πραγμάτων, από την ελπίδα μιας νέας, καλύτερης αξιολογικής πραγματικότητας. Μια διαρκής κατάρρευση όμως, που δεν έχει να κάνει καθόλου με αξίες οδηγεί απλώς στον πάτο. Στη δική μας περίπτωση, στον πάτο της Ευρώπης.

buzz it!

posted by ktsynistologos at 00:12 | 4 comments

Monday, August 27, 2007

Λος φραππεδίστας

Το σκηνικό: Καφετέρια κάπου στα αυτόνομα-ελευθεριακά-αντιεξουσιαστικά Εξάρχεια. Στην ταμπέλα «Βιολογικός ζαπατίστικος καφές». Έτσι έτσι, δυνατά και αντικαπιταλιστικά.

Αυτή: Η γνωστή στολή, ποδήρης φούστα, ταγάρι, μακρύ ίσιο μαλλί.

Αυτός: Μαλλιά-μούσια, σίγουρα ερασιτέχνης ντράμερ.

Αυτός: Δηλαδή λες ότι στην Βενεζουέλα έχουνε σοσιαλισμό;

Αυτή: Όχι, ρε παιδί μου, πάλι δεν κατάλαβες, έχουνε όμως σοσιαλιστικές ΔΟΜΕΣ!

Η Κούβα της χθες, η Βενεζουέλα της σήμερον, ο φραππές της ζωής μας.

buzz it!

posted by Αθ. Αναγνωστoπουλος at 15:26 | 227 comments

Monday, August 20, 2007

Ένας Αχτισάρι για την Κύπρο


Τους τελευταίους μήνες ένα από τα κυριώτερα θέματα της διεθνούς προσοχής είναι το πολιτικό μέλλον του Κοσσυφοπεδίου. Ο μεσολαβητής του ΟΗΕ Μάρτι Αχτισάρι κατέθεσε πρόταση υφ’ όρους ανεξαρτησίας, η οποία σχολιάστηκε ποικιλότροπα από τα ιθαγενή μέσα ενημέρωσης, κυρίως αρνητικά, και συνάντησε την σθεναρή αντίδραση της Ρωσσίας. Έχω και εγώ κάποιες απορίες για την έννοια της ολίγον εγκύου ανεξαρτησίας, αλλά δεν θα ασχοληθώ με αυτές στο παρόν. Αντιθέτως, διερωτώμαι τι θα μπορούσαμε να μάθουμε από ένα μικρό παραλληλισμό.

Δυό μικρά κράτη, με μικτό πληθυσμό, όπου όμως συντριπτικά κυριαρχεί μια εθνότητα, ο οποίος διαφέρει σημαντικά πολιτισμικά και έχει έλθει επανειλημμένα σε αιματηρές συγκρούσεις στο παρελθόν, ιδίως το πρόσφατο. Στο ένα επεμβατικά δικαιώματα τρίτων κρατών, απαγόρευση εφαρμογής της νομολογίας του ΕΔΔΑ, μερική απαγόρευση μετακίνησης και εγκατάστασης, πολιτικά δικαιώματα που εξαρτώνται από την μητρική γλώσσα, υποχρεωτικά πληθυσμιακά όρια, αλλοδαποί συνταγματικοί δικαστές, ξένα στρατεύματα κατοχής. Στο άλλο ανθρώπινα δικαιώματα, σεβασμός των μειονοτήτων, ελευθερία εγκατάστασης και μετακίνησης, λελογισμένη αρχή της πλειοψηφίας. Στο ένα τουρκοβρετανική διπλωματία των χρονικών εκβιασμών και των απειλών περί τελευταίας ευκαιρίας. Στο άλλο φινλανδική πολιτική αρχών.

Ποιος κόσμος θα ήταν άραγε καλύτερος; Ένας Αχτισάρι για την Κύπρο ή ένας Άναν/δε Σότο/Χάνεϊ για το Κοσσυφοπέδιο; Προσωπικά δεν έχω αμφιβολία.

buzz it!

posted by Αθ. Αναγνωστoπουλος at 09:30 | 3 comments

Saturday, August 11, 2007

Την γλώσσα μου έδωσαν ελληνική, αλλά και σλαβομακεδονική, πομακική κ.λπ.

(Μεσούσης της θερινής ραστώνης, αναδημοσιεύω εδώ ένα παλαιότερο άρθρο μου από εδώ∙ όχι πως έχει αλλάξει και τίποτα βέβαια στην επίσημη γλωσσική πολιτική).

Στην πατρίδα μας ομιλούνται παραδοσιακά, πλην της σαρωτικώς επικρατούσας ελληνικής, και κάποιες άλλες γλώσσες. Αυτές είναι λίγο πολύ οι εξής:

Η αρβανιτική, νοτιοαλβανική τοσκική διάλεκτος.

Η αρωμουνική, κλάδος της χυδαίας βαλκανικής υστερολατινικής, ξαδερφάκι της ρουμανικής (κατά την ορθότερη άποψη).

Η τουρκική, αλταϊκή μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα.

Η αθιγγανική, ινδική γλώσσα.

Η ισπανοεβραϊκή, η γλώσσα των Εβραίων της βόρειας κυρίως Ελλάδας.

Η πομακική γλώσσα/διάλεκτος, συγγενής έως συγγενεστάτη της βουλγαρικής.

Η σλαβομακεδονική γλώσσα/διάλεκτος, ομοίως ως ανωτέρω.

Εκτός από αυτές τις μη ελληνικές γλώσσες ομιλούνται και δύο παραμελημένοι ελληνικοί γλωσσικοί θησαυροί:

Η τσακωνική γλώσσα/διάλεκτος, συγγενής της αρχαίας δωρικής.

Η ποντιακή γλώσσα/διάλεκτος.

Δυό διευκρινίσεις είναι απαραίτητες:

Ως γνωστόν, είναι συχνότατα πολύ δύσκολο να διακριθῄ η γλώσσα από την διάλεκτο. Επειδή το θέμα είναι και πολιτικό, τείνω να υιοθετήσω το σαφές πραγματιστικό κριτήριο «γλώσσα είναι μια διάλεκτος με δικό της στρατό, ναυτικό [τέλος πάντων, αυτό μπορεί να λείπῃ] και αεροπορία» αντί του επιστημονικώτερου της αμοιβαίας κατανόησης. Βάσει αυτού, η σλαβομακεδονική είναι γλώσσα, η πομακική όχι, η τσακωνική όχι, η ποντιακή όχι.

Δεύτερον: αναφέρομαι εδώ στις, ας πούμε, ιστορικές γλώσσες και διαλέκτους του ελληνικού χώρου, σε γλωσσικά μορφώματα δηλαδή που χρησιμοποιούνται εδώ και αιώνες στον γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας. Αυτό έχει δύο προβλήματα: αδικεί όσες γλώσσες δεν πρόλαβαν ή δεν είχαν την τύχη να επιζήσουν μέχρι τις μέρες μας και όσες δεν πρόλαβαν να παλιώσουν. Τα ηθικά και νομικά προβλήματα που αναφύονται σχετικώς είναι πολύ ενδιαφέροντα, αλλά χάριν ευκολίας και συντομίας θα τα παραβλέψω.

(Τα όσα ακολουθούν δεν αφοράνε βασικά την τουρκική, επειδή αυτή προστατεύεται από την συνθήκη της Λωζάννης).

Στο παρελθόν τα γλωσσικά δικαιώματα προβάλλονταν πάντα ως συλλογικά. Η μειονότητα, συνήθως όχι μόνο γλωσσική, αλλά ταυτόχρονα και εθνική, διεκδικούσε συμπαγώς για όλα τα μέλη της κάποια προνόμια. Αυτό γινόταν με την συμπαράσταση κάποιου ενδιαφερόμενου άλλου έθνους, που ως οιονεί νταβατζής αντιπροσώπευε/υποστήριζε/ενίοτε εξέδιδε την πολύπαθη μειονότητα. Τα μέλη της μειονότητας δεν ερωτώντο: εάν κέρδιζαν το σχετικό προνόμιο, υποχρεούντο να διδαχθούν την γλώσσα. Αν η έξωθεν ασκούμενη πολιτική πίεση δεν ήταν αρκετή, δεν είχαν καμία τύχη να διεκδικήσουν ως άτομα κάποια γλωσσικά δικαιώματα.

Αυτά τελείωσαν όμως.

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας πρέπει να θέσουμε πλέον τον κάθε άνθρωπο και την σχέση του προς την έννομη τάξη. Υπό αυτό το πρίσμα είναι ευχερώς κατανοητό ότι η μητρική γλώσσα είναι τόσο σημαντική για την ζωή μας, τόσο σπουδαίο τμήμα της προσωπικότητάς μας, ώστε το κράτος οφείλει να την σέβεται, αν όχι και να την προωθῄ. Τα γλωσσικά δικαιώματα δεν είναι προνόμια που μπορούν να απολαμβάνουν μόνο όσοι έχουν τις πλάτες κάποιου ισχυρού έθνους, αλλά ανθρώπινα δικαιώματα, που επιτρέπουν σε όσους δεν μιλούν την επικρατούσα γλώσσα να συμμετέχουν ισότιμα στην κοινωνική ζωή και να αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητα τους. Την αποσύνδεση του κράτους από την επικρατούσα θρησκεία πρέπει να ακολουθήσῃ και η, στο μέτρο του εφικτού, αποσύνδεσή του από την επικρατούσα γλώσσα.

Προτείνω μετά ταύτα τα εξής:

Δίγλωσση αναγραφή των δημοσίων πινακίδων όπου αυτό εγκριθῄ από την τοπική κοινωνία, ει δυνατόν με τοπικά δημοψηφίσματα. Όπως μας κακοφαίνεται εμάς η Πρίγκηπος να αναφέρεται ως Μπουγιούκ-Αντά, άλλο τόσο είναι άσχημο το Αμύνταιο να μην είναι και Σόροβιτς. Είναι η γνωστή η ιστορία με τα μέλη του Ουράνιου Τόξου που, επειδή τόλμησαν να γράψουν «Λέριν» αντί για Φλώρινα στην πινακίδα των γραφείων τους, υπέστησαν την επιδρομή του εθνικόφρονος όχλου και τελικά καταδικάστηκαν οι ίδιοι με το απαράδεκτο άρθρο 192 ΠΚ για δημόσια πρόκληση ή διέγερση των πολιτών σε βιαιοπραγίες ή σε αμοιβαία διχόνοια. Αυτά είναι ντροπιαστικά για όλους μας.

Δημιουργία, στο μέτρο του δυνατού, πανεπιστημιακών τμημάτων διδασκαλίας των σχετικών γλωσσών. Είναι κρίμα (και ελάχιστα συμφέρον) η Αρωμουνική γλώσσα να διδάσκεται από ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι Αρωμούνοι δεν είναι Έλληνες μακριά από τους ανθρώπους που την μιλούνε. Όμως και επιστημονικά και πολιτικά είναι ωφέλιμο και συναρπαστικό να καταγραφούν γλώσσες που δεν έχουν ακόμη αλφάβητο ή είναι εντελώς άγνωστες στον επιστημονικό κόσμο.

Μεσοπρόθεσμα και όχι απαραίτητα με τον όρο της αμοιβαιότητας, όπου αυτός είναι νοητός, διδασκαλία των μειονοτικών γλωσσών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως μάθημα επιλογής. Η επιλογή των σχολείων όπου θα συμβῄ αυτό θα γίνῃ με αποφάσεις των ιδίων των ενδιαφερομένων, το δε μάθημα δεν πρέπει να είναι υποχρεωτικό, γιατί σκοπός δεν είναι η δημιουργία διά της βίας ενός γλωσσολογικού μουσείου, αλλά η διάσωση και η καλλιέργεια εκείνων των γλωσσών οι ομιλητές των οποίων θέλουν να τις σώσουν. Κανείς δεν πρέπει να υποχρεωθῄ να νοιώθῃ μειονότητα μέσα στην ίδια του την πατρίδα.

Σε ένα πιο μακρινό μέλλον θα ήταν ευχής έργον να μπορῄ ο πολίτης να απευθύνεται στην διοίκηση στην μητρική του γλώσσα και να αξιώνῃ απάντηση επίσης σε αυτήν (υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αυτό σε κάποιο βαθμό συμβαίνει ήδη στην ποινική διαδικασία). Η αναγνώριση όμως ενός τέτοιου (ανθρώπινου;) δικαιώματος προσκρούει για την ώρα, εκτός από τις γνωστές πολιτικές, και σε σοβαρές οικονομικοτεχνικές δυσχέρειες.

buzz it!

posted by Αθ. Αναγνωστoπουλος at 16:46 | 12 comments

Wednesday, August 01, 2007

Ο σουφφραζέττος

Σύμφωνα με το άρ. 4 παρ. 2 του Συντάγματος «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις», όπου τα «ίσα» αναφέρεται, κατά την ορθή ερμηνεία, σε όμοια μεταχείριση των ομοίων και ανόμοια των ανομοίων, επιτρέπει δηλαδή την άνιση μεταχείριση όπου απουσιάζει η κρίσιμη κανονιστική ομοιότητα. Κατά τα άλλα, η δική μου ερμηνεία είναι ότι όχι μόνο οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους Έλληνες, αλλά ισχύει και το αντίστροφο: και οι Έλληνες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις με τις Ελληνίδες. Η ισότητα είναι μαθηματικώς μια αμφίδρομη ταυτότητα. Αυτονότητα πράγματα ε;

Όχι βέβαια.

Σήμερα, στην φαιδρά πατρίδα μας, το γυναικείο φύλο απολαμβάνει αρκετά μεγάλης συμβολικής και πρακτικής αξίας προνόμια, τα οποία δεν έχουν θέση σε ένα κράτος με πραγματική ισότητα ενώπιον του νόμου και πραγματική αποστροφή προς κάθε έμφυλη διάκριση.

Δεν θα αναφερθώ σε οντικά ζητήματα, αλλά αποκλειστικά σε κανονιστικά. Δεν με νοιάζει ποιος πλένει τα πιάτα στο σπίτι και ποιος φέρνει τις παντόφλες, ποιος είναι ο κουβαλητής και ποιος καθαρίζει για λογαριασμό του άλλου με την αρειμάνια μαγκιά του, ποιος ξεσκατώνει το μωρό και ποιος σκίζει τα ξύλα για την σόμπα. Αυτά είναι δουλειά των κοινωνιολόγων του δικαίου, των εγκληματολόγων και των μεσημβρινών εκπομπών κλάψας.

Απαριθμώ λοιπόν τις σεξιστικές, ρατσιστικές υπέρ των γυναικών ρυθμίσεις του ισχύοντος ελληνικού δικαίου (οι οποίες σημειωτέον δεν καλύπτονται ούτε ως λεγόμενες «θετικές διακρίσεις» από το άρ. 116 παρ. 2 Συντ., γιατί ισχύουν από παλιά), τις οποίες φυσικά καμία οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έκανε ποτέ τον κόπο να καταγγείλῃ:

Οι γυναίκες δεν στρατεύονται, κατά παράβαση του άρ. 4 παρ. 6 Συντ. Οι άντρες ναι.

Οι γυναίκες δικαιούνται άδεια μητρότητας. Οι άντρες όχι.

Οι γυναίκες, τέκνα συνταξιούχων αποβιωσάντων δημοσίων υπαλλήλων, δικαιούνται την σύνταξή τους. Οι άντρες όχι.

Οι γυναίκες συνταξιοδοτούνται αρκετά χρόνια νωρίτερα από τους άντρες. Ευτυχώς όχι για πολύ ακόμα.

Οι γυναίκες (όχι απλώς οι μητέρες!) δικαιούνται να διασωθούν πρώτες σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, πλημυρών, ναυαγίων κ.τ.τ. Οι άντρες όχι.

Εκείνο που φαίνεται να διαφεύγει την κατανόηση των δήθεν υπερασπιστών των γυναικείων δικαιωμάτων είναι το εξής: όλες αυτές οι διατάξεις θεσπίστηκαν σε εποχές στις οποίες κυριαρχούσε ένα ωρισμένο κοσμοείδωλο της γυναίκας. Η γυναίκα ήταν αδύναμη, φιλάσθενη, με ανίσχυρη βούληση, χρειαζόταν πάντα ένα ισχυρό προστάτη, κάτι σαν ένα μεγάλο μωρό δηλαδή. Οι διατάξεις που ευνοούσαν τον άντρα αφέντη, τον άντρα κεφαλή, τον άντρα πολεμιστή, τον άντρα δημιουργό αντικατοπτρίζονταν σε σύστοιχες διατάξεις προωρισμένες για την προστασία της γυναίκας εξαρτήματος, της γυναίκας υπηκόου, της γυναίκας παιδομηχανής. Το ίδιο ακριβώς κοσμοείδωλο εξακολουθούν να αναπαράγουν και σήμερα, παρά την συνταγματική επιταγή της ισότητας των φύλων, την οποία στο νομοθετικό επίπεδο περιφρονούν. Δεν ξέρω αν η κοινωνία έχῃ ωριμάσει αρκετά για να αποδεχθῄ την πλήρη ισότητα, ξέρω όμως ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος νομικώς.

Η προίκα μπορεί να καταργήθηκε, αλλά τα προικιά της ανισότητας ζουν και βασιλεύουν.

buzz it!

posted by Αθ. Αναγνωστoπουλος at 12:19 | 10 comments


είδαν φως και μπήκαν