Sunday, April 01, 2007

Mythbusting και στο συνιστολόγιο: η οπαδική βία

Μύθος 1ος: Αυτοί που τα κάνουν όλα αυτά είναι οι μπροστάρηδες θλιβερών μειονοτήτων («μειοψηφιών», όπως θα έλεγαν οι τηλεοπτικοί αστέρες) και δεν έχουν καμμία σχέση με όλους εμάς. Πρόκειται για μία θλιβερή προσπάθεια να πείσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς για κάτι που δε θα πίστευε ούτε μικρό παιδί. Οι άνθρωποι που μας σοκάρουν στα δελτία ειδήσεων είναι οι πιο ακραίοι εκφραστές μίας κουλτούρας βίας και επιθετικότητας που βασιλεύει ανενόχλητη στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Δοκιμάστε να επισημάνετε σε κάποιον συμπολίτη μας ότι δε θα πρέπει να καβαλάει τις ράμπες των πεζοδρομίων ή να σταματά πάνω στις διαβάσεις των φαναριών. Ή, ακόμα καλύτερα, προσπαθήστε να σταματήσετε πριν από μία διάβαση, όπως υποχρεούστε από το νόμο, και γευτείτε τις αντιδράσεις των συμπατριωτών σας. Ο μέσος Έλληνας κλείνει πανεπιστήμια, δρόμους και νομαρχίες για τα «δίκαιά» του, επιτίθεται φραστικά σε όποιον τον ενοχλεί και λύνει τις διαφορές του με ύφος μπράβου νυχτερινού κέντρου. Ο πιο επιθετικός και θρασύς κερδίζει, όπως ακριβώς ο πιο αποφασισμένος δολοφόνος κέρδισε τις προάλλες στην Παιανία. Απλώς, αυτοί οι άνθρωποι που μας απασχολούν εσχάτως είναι αυτοί με τον χειρότερο χαρακτήρα και το χαμηλότερο ηθικό status ανάμεσά μας. Αυτό τους κάνει χειρότερους από εμάς, αλλά όχι διαφορετικής κατηγορίας ανθρώπους.

Μύθος 2ος: Στη θέση των ανθρώπων αυτών θα μπορούσε να είναι ο καθένας μας, διότι στην πηγή αυτού του είδους βίας βρίσκονται η ανεργία, η φτώχεια κοκ. Πρόκειται για έναν από τους αγαπημένους μύθους των απανταχού αριστερών και αριστεριστών που ζουν για τις λαϊκές επαναστάσεις και τις βλέπουν παντού. Από την μαρξιστική εγκληματολογία μέχρι τη θεωρία της ετικέτας, μια σειρά δοξασιών του είδους υποστήριξαν την άποψη ότι εγκληματίας γίνεσαι όταν σε βλέπουν ή σε ονομάζουν έτσι και μεταθέτουν την ευθύνη από το άτομο στο σύνολο. Ασφαλώς, υπάρχει στις απόψεις αυτές κάποια βάση, αν δει κανείς τα παραπάνω ως κάποιες από τις αιτίες και όχι ως τις μόνες ή τις κύριες. Διότι εκατομμύρια φτωχοί και άνεργοι σε όλο τον κόσμο περνούν τον καιρό τους ψάχνοντας για εργασία και ενίοτε διαμαρτυρόμενοι ειρηνικά για την αδυναμία τους να πετύχουν το στόχο τους και όχι δέρνοντας ο ένας τον άλλον. Από την άλλη, όχι μόνο οι φτωχοί και απαίδευτοι αλλά και οι πλούσιοι και μορφωμένοι εγκληματούν, αν και λιγότερο φυσικά και, κατά κανόνα, με διαφορετικό τρόπο. Παρεμπιπτόντως, οι προσφάτως συλληφθέντες είχαν παρατήσει τις εργασίες τους για να πλακωθούν στους δρόμους – άρα, ήταν μάλλον κακοί εργαζόμενοι παρά άνεργοι. Ασχέτως αυτού, είμαι, φυσικά, έτοιμος να δικαιολογήσω, υπό προϋποθέσεις, την κλοπή όταν κανείς πεινά και την διάρρηξη όταν κρυώνει αλλά εδώ μιλάμε για ένα άθλιο χόμπυ και τίποτα παραπάνω.

Μύθος 3ος: Οι ομάδες δεν έχουν καμμία σχέση με τους συνδέσμους οπαδών-τραμπούκων. Αυτός είναι τουλάχιστον ένας μύθος με χιούμορ. Χωρίς τα φθηνά ή και δωρεάν εισιτήρια –τα οποία πωλούνται με «καπέλο» από τους συνδέσμους και αποφέρουν κέρδος- και τα χρηματοδοτούμενα ταξιδάκια σε εσωτερικό και εξωτερικό οι σύνδεσμοι δε θα «στρατολογούσαν» ποτέ και οι κάφροι θα έπαιζαν ξύλο με αναρχικούς, ακροδεξιούς και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Ο Σωκράτης Κόκκαλης ζει για την στιγμή που –συνήθως πριν από ένα ντέρμπυ με τον «αιώνιο»- θα βροντοφωνάξει κάτι χυδαίο ή υβριστικό σε κάποια συγκέντρωση ομοίων του και θα αποθεωθεί γελώντας με το δικό του, μοναδικό, τρόπο. Ο Θανάσης Γιαννακόπουλος αισθάνεται τουλάχιστον διπλάσιος σε ύψος (γύρω στο 1.80 δηλαδή) κάθε φορά που μπουκάρει στο γήπεδο και φασκελώνει ή και χαστουκίζει (!) ένα διαιτητή. Δεν είναι, ασφαλώς, όλοι στο ίδιο τσουβάλι και αυτό πρέπει να σημειωθεί. Κάποτε, ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, μάλλον περισσότερο ενοχλημένος από το θράσος που είχαν τα παιδάκια των συνδέσμων να αμφισβητούν την παντοδυναμία του, ξεκίνησε πόλεμο εναντίον τους. Το αποτέλεσμα ήταν καμμένα καθίσματα και άδειο ΟΑΚΑ και, τελικά, συμφιλίωση υπό όρους. Ο ανιψιός του και σημερινός ιδιοκτήτης της ΠΑΕ εξακολουθεί να έχει ψυχρές σχέσεις με τους οπαδούς αλλά δεν κάνει και τίποτα άξιο λόγου για να τους μαζέψει. Αντιθέτως, ο Ντέμης Νικολαϊδης έδωσε προσφάτως τα ονόματα των πρωταιτίων σοβαρών επεισοδίων στην αστυνομία και έκτοτε διαμαρτύρεται για την αδιαφορία της τελευταίας. Αυτό, φυσικά, δεν συνεπάγεται ότι ο Σωκράτης και ο Θανάσης δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τους θανάτους οπαδών – κάθε άλλο. Αυτό θα ήταν μία θέση που θα τους υποβάθμιζε τόσο ως ανθρώπους όσο και ως επιχειρηματίες. Αλλά η πρόσφατη ιστορία έχει να μας πει ότι όλες οι άλλες μορφές βίας, από τις χυδαίες ύβρεις, τους εκφοβισμούς, τους τραμπουκισμούς και την εκτόξευση αντικειμένων στα γήπεδα μέχρι τις «ψιλές» προς συμμόρφωση των απέναντι, είναι αποδεκτές όσο η ομάδα πετυχαίνει τους στόχους τους με τη βοήθεια «των παιδιών». Στο γήπεδο Καραϊσκάκη, ακόμα και σε ευρωπαϊκα παιχνίδια, μπαίνουν υπεράρθιθμοι που κάθονται στις σκάλες. Όσο φωνάζουν για την ομάδα και δεν τα σπάνε στις εισόδους, τους αφήνουμε να μπαίνουν και, αν γίνει κάτι και ποδοπατήσουν αλλήλους, θα τα φορτώσουμε στην αστυνομία και το το ΕΚΑΒ που άργησε.

Μύθος 4ος: Όλοι είναι πλέον έτοιμοι να κάνουν κάτι για το πρόβλημα. Αν με αυτό εννοούμε ότι όλοι είμαστε έτοιμοι να λύσουμε όλα τα κοινωνικά μας προβλήματα, να συμφιλιώσουμε τις τάξεις και να παράσχουμε τόνους από εκείνη την περίφημη «παιδεία» που ανακαλύπτουμε ότι μας λείπει σε κάθε παρόμοια περίσταση, τότε δεν πρόκειται για μύθο και ανακαλώ. Αν, όμως, εννοούμε ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κάτι σήμερα, πριν περάσουν 3-4 γενιές και αποδώσουν καρπούς τα σοφά μέτρα που θα εφαρμόσουμε στους παραπάνω τομείς, τότε ο μύθος παραμένει στη θέση του. Οι πολιτικοί, αντίθετα με αυτά που λέγονται, δε φοβούνται τους οπαδούς που, προκειμένου να προστατευθεί η ομάδα, δεν καταλαβαίνουν ούτε από δίκαιο ούτε από δικαιώματα. Κι αυτό διότι τον καθένα ξεχωριστά τον πείθεις τελικά δίνοντας κάτι παραπάνω σε κάποιο άλλο τομέα – το ρουσφέτι να είναι καλά. Το πρόβλημα είναι οι οπαδικοί Παπαγιαννόπουλοι που ελέγχουν μάζες οπαδών που δεν σκέφτονται – απλά φωνάζουν και κάπως έτσι εκλέγονται άνθρωποι όπως ο Φασούλας και ο Ιωαννίδης. Μα και κανείς άλλος δεν είναι έτοιμος να δεχθεί πως κάτι πρέπει να γίνει. Όταν ο Νικολαϊδης προέβη στην κίνηση που περιέγραψα παραπάνω, δέχθηκε επιθέσεις από παντού και, φυσικά, από τους υπόλοιπους οργανωμένους που, ως γνωστόν, «δεν έχουν καμμία σχέση με όλους αυτούς» κλπ κλπ. Ήδη, στα ΜΜΕ διάφοροι φωνάζουν για τα «αστυνομικά μέτρα» που φιλοδοξεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση. Από την μία πλευρά, «τα παιδιά παρασύρονται και δε φταίνε – άλλοι πρέπει να τιμωρηθούν» και από την άλλη, οι παρακολουθήσεις από αστυνομικούς με πολιτικά και οι κάμερες –πρωτίστως αυτές- παραβιάζουν τις ελευθερίες μας. Μάλιστα, ο κ. Χελάκης, ο εθνικός μας φωνακλάς, μας ενημέρωσε ότι οι κάμερες στα γήπεδα παραβιάζουν τον «ιδιωτικό του βίο», έκφανση του οποίου, φυσικά, αποτελεί και μία δραστηριότητα σε δημόσιο χώρο και ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους. Προφανώς, την επόμενη φορά που ο κ. Χελάκης θα κάνει σεξ σε κάποιο κάθισμα του γηπέδου θα καλέσει την αστυνομία για να συλλάβει τους χιλιάδες ηδονοβλεψίες που τον παρακολουθούν. Το καλύτερο για το τέλος: στην Αγγλία, λέει, απέτυχαν τα μέτρα που τώρα εμείς αντιγράφουμε, διότι τους έβγαλαν από το γήπεδο και τα τρένα αλλά αυτοί εξακολουθούν να παίζουν ξύλο στις παμπ και σε χωράφια και αποθήκες. Ασφαλώς, αν ο στόχος της αγγλικής κυβέρνησης ήταν να εξαλείψει κάθε μορφή βίας τότε, πράγματι, απέτυχε. Αν, όμως, ο στόχος ήταν να μπορεί κανείς να παρακολουθεί ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι ανενόχλητος από την ώρα που φεύγει από το σπίτι του μέχρι την στιγμή που επιστρέφει και να γίνει το ποδόσφαιρο μία σοβαρή επιχείρηση, τότε τον πέτυχε χωρίς αμφιβολία. Στο κάτω-κάτω, αν ορισμένοι ενήλικες συμφωνούν να πλακώνονται κάθε εβδομάδα σε κάποιο χωράφι ίσως αυτό απλά να μην είναι δουλειά των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Η δική μας σωματική ακεραιότητα και ψυχική ηρεμία, όμως, είναι.

buzz it!

posted by Κωνσταντινος Καλλιρης at 16:18

5 Comments:

Blogger ο δείμος του πολίτη said...

Με αυτό το κείμενο θα συμφωνήσω απόλυτα. Δεν αλλάζω ούτε τελεία.

1/4/07 21:39  
Anonymous Anonymous said...

Έχω κάποιες ενστάσεις ως προς τον πρώτο μύθο: Δεν θεωρώ ότι ανήκω στην ίδια κατηγορία ανθρώπου με κάποιον που έχει αποθεώσει ένα πετσί και βλέπει μια επαγγελματική ομάδα ποδοσφαίρου ως ιδανικό (πατρίδα, οικογένεια κ.λπ) και τους οπαδούς της ως αδέρφια ή συμπολεμιστές του. Η διαφορά μου (και πολλών άλλων, θέλω να νομίζω και να ελπίζω) από αυτή την species είναι ποιοτική και όχι ποσοτική (δηλ. διαφορά επιθετικών τάσεων). Κατά τούτο θεωρώ ότι η αναγωγή του προβλήματος τριακοσίων και βάλε κάφρων που συγκρούστηκαν σε έναν δρόμο με ένα νεκρό, σε πρόβλημα που αφορά την όλη ελληνική κοινωνία είναι ατυχής. Το πρόβλημα που αφορά την ελληνική κοινωνία είναι κατά τη γνώμη μου, αν υπήρχε αστυνομική δύναμη ικανή να προστατέψει τον ανυποψίαστο διαβάτη που περνούσε από τη Λαυρίου εκείνη τη στιγμή και κανένα άλλο. Αν υπήρχε αστυνομική δύναμη ικανή να διασφαλίσει τα δικαιώματα των υπολοίπων πολιτών μπαγλαρώνοντας με συνοπτικές διαδικασίες και αποτελεσματικά τους ταραξίες. Προφανώς, δεν υπήρχε, και ευτυχώς που δεν θρηνήσαμε και αθώα θύματα (γιατί ομολογώ ότι καμία διάθεση δεν έχω να θρηνήσω για τον πρόεδρο ενός τοπικού συνδέσμου που συνεπλάκη και έχασε τη ζωή του). Επίσης -ξεφεύγω εδώ από το σχολιασμό του άρθρου- δεν θεωρώ ότι αφορά όλους τους Έλληνες το πρόβλημα πώς θα αλλάξει η νοοτροπία των ορκισμένων οπαδών ΠΑΟ και Ολυμπιακού –αυτή δεν αλλάζει για έναν απλό λόγο: αν αλλάξει, θα πάψουν να είναι οπαδοί, και όσο είναι οπαδοί η νοοτροπία δεν μπορεί να αλλάξει. Ούτε και κρίνω σοβαρά τα αιτήματα κάποιων «να μπορούμε να πάμε με τα παιδιά μας στο γήπεδο να απολαύσουμε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου». Γιατί να πάει κανείς τα παιδιά του στο γήπεδο; Είναι το γήπεδο κοινωνικοποιητικός χώρος, πολιτισμική εστία, κερδίζει κάτι κανείς βλέποντας ένα ματς από κοντά; Κατά τη γνώμη μου, δεν κερδίζει τίποτε απολύτως αλλά χάνει χρήμα και χρόνο βλέποντας ένα θέαμα εντελώς ανούσιο...Αλλά και αν υποθέσουμε ότι το θέαμα δεν είναι ανούσιο (πράγμα που θα ήθελε σοβαρή επιχειρηματολογία), η τηλεόραση και τα λοιπά μέσα προσφέρουν σήμερα σε εκείνον που το επιθυμεί μια –παραπάνω από καλή- εναλλακτική για να απολαύσει το όποιο ματς (με τα replay και τις άλλες δυνατότητες). Και για να γίνω κάπως πιο ακραίος: Αν καταργούνταν η δυνατότητα να βλέπουμε ματς εκ του σύνεγγυς, κανείς δεν θα είχε σοβαρό κόστος: Τα σχετικά οικονομικά δικαιώματα θα διασφαλίζονταν ως δικαιώματα προβολής, οι παίκτες θα συγκεντρώνονταν στο αθλητικό κομμάτι της δραστηριότητάς τους και πιθανότατα θα ανέβαινε το επίπεδό τους σε αυτό, και τέλος Ολυμπιακοπαναθηναικοί μίσαθλοι δεν θα απασχολούσαν με ασχήμιες την κοινωνία σαν να μην έχουμε άλλα, σοβαρότερα προβλήματα..

Δεν είμαι βέβαιος επίσης –αυτή είναι η δεύτερη ένστασή μου στο άρθρο- ότι τον σύγχρονο νεοέλληνα χαρακτηρίζει εν γένει μια επιθετική κουλτούρα. Στο πεδίο της τροχαίας οδικής συμπεριφοράς, θα έλεγε κανείς prima facie ότι η εν λόγω κουλτούρα είναι αναμφίβολα εξόφθαλμη και εξαιρετικά ενοχλητική. Και ως προς την οδηγική συμπεριφορά του Έλληνα όμως, το πρόβλημα δεν είναι τόσο η επιθετικότητα όσο η άγνοια: Όπως σωστά παρατήρησε πρόσφατα ο ευαισθητοποιημένος οδηγός αγωνων Ιαβέρης, το πρόβλημα του Έλληνα οδηγού δεν είναι ότι «δεν ξέρει να οδηγεί» αλλά ότι «δεν ξέρει ότι δεν ξέρει να οδηγεί». Παραφράζοντάς τον θα έλεγα ότι το πρόβλημα του νεοέλληνα οδηγού δεν είναι ότι είναι επιθετικός αλλά ότι δεν ξέρει ότι μπορεί να γίνεται επιθετικός. Τα παραδείγματα τώρα των καταληψιών φοιτητών λ.χ. δεν εκφράζουν κατά τη γνώμη μου κουλτούρα επιθετικότητας, αλλά κουλτούρα αριστερίζοντος πολυτεχνειακού-μεταπολιτευτικού συνδρόμου το οποίο σίγουρα μετέδωσαν στα καημένα αυτά παιδιά, οι γονείς τους που ως όψιμοι επαναστάτες teenagers μιας άλλης εποχής, τα συνοδεύουν ακόμη σήμερα σε πορείες και διαμαρτυρίες (οποία γελοιότητα...). Και τα παραδείγματα άλλων κατηγοριών καταληψιών και ταραξιών μπορούν να εξηγηθούν όχι στη βάση μιας υπόθεσης περί επιθετικής κουλτούρας αλλά στη βάση μιας υπόθεσης περί συντεχνιακής κουλτούρας που δεν σέβεται τα δικαιώματα άλλων κοινωνικών ομάδων, όταν πρόκειται να υπερασπίσει τα δικά της. Αν στο βάθος της συντεχνιακής αντίληψης ελλοχεύει επιθετικότητα και ατομικισμός, αυτό δεν σημαίνει ότι ο αγρότης κλείνει με το τρακτέρ το δρόμο πρωτίστως γιατί δεν έχει διαφορά νοοτροπίας από τον μπράβο νυχτερινού κέντρου. Κλείνει το δρόμο, γιατί κάποιοι αγροτοπατέρες του είπαν ότι έτσι κάτι περισσότερο θα πετύχει ως προς την ικανοποίηση των αιτημάτων του (το να δεχτούμε εδώ επιθετική κουλτούρα θα σήμαινε ότι δεχόμαστε πως ο καταληψίας αγρότης απολαμβάνει το κλείσιμο της εθνικής οδού και το κρύο που τρώει στα Τέμπη). Αν, τώρα, αυτοί οι αγροτοπατέρες δεν έχουν καμιά ουσιαστική διαφορά ως προς τα επιθετικά τους ένστικτα από μια χούφτα κάφρους οπαδούς που συμπλέκονται, αυτό δεν καθιστά όλους τους αγρότες που λόγω απαιδευσιάς, ανάγκης και υποταγής ακολουθούν τους πρώτους, όμοιους μαζί τους στην κουλτούρα επιθετικότητας και βίας. Θεωρώ ότι εδώ χρειάζονται προσεκτικές διακρίσεις, για να μην καταλήξουμε να θεωρήσουμε ότι συλλήβδην η ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από κρυμμένες επιθετικές τάσεις, που με την πρώτη ευκαιρία βγαίνουν φόρα παρτίδα ως θλιβερές εκφάνσεις του κοινωνικού βίου...

Με απλά λόγια: Ο νεοέλληνας δεν είναι κατά τη γνώμη μου φορέας κουλτούρας βίας και επιθετικότητας. Είναι όμως υπόλογος (ατομικά και συλλογικά) για την ανοχή τέτοιων εκδηλώσεων συμπεριφοράς από μεμονωμένους συμπολίτες του ή μεμονωμένες ομάδες, για την έλλειψη αντίστασης όταν κάποιοι τον προσκαλούν να συμμετέχει σε «δήθεν αποτελεσματικές» «δυναμικές» παρεμβάσεις στην κοινωνική σφαίρα προκειμένου να διεκδικήσει δικαιώματά του και ούτω καθεξής. Η κουλτούρα του νεοέλληνα είναι η κουλτούρα ενός φοβισμένου, δειλού ίσως και απογοητευμένου ανθρώπου, που ανέχεται το δίκαιο του ισχυρού επειδή κάποιοι του λένε καθημερινά και μεγαλόστομα ότι «πουθενά δεν θα βρει το δικό του»...

Υγ: Γράφετε κύριε Καλλίρη: «Ο μέσος Έλληνας (...) επιτίθεται φραστικά σε όποιον τον ενοχλεί και λύνει τις διαφορές του με ύφος μπράβου νυχτερινού κέντρου.» Θεωρώ ότι αυτό δεν αληθεύει για τον «μέσο Έλληνα» και ότι ανάγετε προσωπικές, δυσάρεστες εμπειρίες σε περιωπή καθολικής αλήθειας. Το πρόβλημα εδώ είναι, ότι αν ξεκινήσει κανείς με μια τέτοια προκείμενη την οποιαδήποτε καθημερινή κοινωνική συναναστροφή θα έχουμε δύο φοβισμένους ανθρώπους: Εκείνον που θα φοβάται ότι ο άλλος θα του επιτεθεί και εκείνον που θα φοβάται ότι αν δεν επιτεθεί θα χάσει...

3/4/07 00:31  
Blogger S G said...

σωστος.

3/4/07 12:30  
Blogger Κωνσταντινος Καλλιρης said...

Ανώνυμε,

Κατ’ αρχάς, ευχαριστώ για την συμμετοχή και το εκτενές σχόλιο. Σέβομαι την άρνησή σας να δεχθείτε ότι ανήκετε στην ίδια κατηγορία με τους κάφρους –άλλωστε, το ίδιο νιώθω κι εγώ και το πρώτο πληθυντικό ήταν μάλλον της ευγενείας- αλλά πολύ φοβάμαι ότι αυτό είναι ένα αδύναμο επιχείρημα. Αφενός μεν, το γεγονός ότι εσείς δεν λειτουργείτε όπως ο «μέσος Έλληνας», όπως τον αποκάλεσα, δεν αποδεικνύει κάτι για τον ίδιο τον «μέσο Έλληνα», αν υπάρχει κάτι τέτοιο, αφετέρου δε, ποιος βίαιος και επιθετικός το παραδέχεται; Πάντα κάποιος άλλος φταίει που μας τσίτωσε, μας τσάντισε και μας έβγαλε από τα ρούχα μας. Κατά τα λοιπά, όμως, δέχομαι την κριτική κατά το ότι ίσως η συμπεριφορά που περιγράφω να μην συνιστά έναν κανόνα όσο ευχερώς αποδείξιμο φαίνεται να υπονοώ. Να διευκρινήσω, πάντως, κάτι: όταν μιλώ για επιθετικότητα και συμπεριφορα μπράβου δεν αναφέρομαι υποχρεωτικά σε ακραίες ή και έντονες συμπεριφορές που φοβίζουν και σοκάρουν. Όταν, δηλαδή, ένας οδηγός πατάει γκάζι για να μην μου επιτρέψει να διασχίσω το δρόμο, εγώ αυτό το εκλαμβάνω ως επιθετική συμπεριφορά – ακόμα κι αν δεν με φοβίζει καθόλου (εκτός αν περάσει ξυστά βέβαια). Υπό αυτή την έννοια, νομίζω ότι, ακόμα κι αν ο κανόνας γνωρίζει περισσότερες εξαιρέσεις από όσες φάνηκε να δέχομαι εγώ δεν έχει ακόμα υποβιβασθεί σε εξαίρεση. Από εκεί και πέρα, εγώ συμφωνώ με πολλά από τα σχόλιά σας για τον επαγγελματικό αθλητισμό, πλην όμως εξίσου άχρηστα (ου μην και ζημιογόνα) βρίσκω και τα μπουζούκια. Αυτό, όμως, δεν αρκεί για να τα κλείσουμε, διότι, απλούστατα, κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά προβληματικό σε μία πλουραλιστική και φιλελεύθερη κοινωνία. Βλέπω, λοιπόν, κάτι πίσω από το αίτημα των φιλάθλων να μπορούν να πηγαίνουν στο γήπεδο ανενόχλητοι -απλά δεν ξέρω αν είναι, τουλάχιστον όπως διατυπώνεται, αίτημα που θα πρέπει να απευθύνεται στην πολιτεία σε ό,τι αφορά το γήπεδο αυτό καθαυτό.

Στο δεύτερο επιχείρημά σας θα μπορούσαμε να πούμε πολλά διότι διαφωνώ κάθετα. Η βία και η επιθετικότητα, όπως τις περιέγραψα, δεν είναι ίδιον των ολίγων αλλά γνώρισμα των πολλών και αυτό έχει, νομίζω, εξήγηση. Ο λόγος είναι, και κινδυνεύω να εκτεθώ με αυτό, το γεγονός ότι δεν περάσαμε βιομηχανική επανάσταση με αποτέλεσμα οι αστοί μας να κατάγονται απευθείας από τους αγρότες των παλιών αγροτικών κοινοτήτων. Εν ολίγοις, το ηρωικό μας πρότυπο παρέμεινε ο παλικαράς του χωριού (πρότυπο που επιβιώνει με την πλέον απωθητική του μορφή στην Κρήτη) που τραβάει το γιαταγάνι και περνάει πρώτος το μονοπάτι. Αντίθετα, σε πολλά μέρη του κόσμου που σήμερα προτιμούμε για την καλή συμπεριφορά του μέσου αστού, οι ήρωες της γειτονιάς ήταν οι τεχνίτες και οι έμποροι και οι ήρωες του έθνους ήταν φυσικοί, χημικοί και μηχανικοί που ήρθαν να προστεθούν στους καλλιτέχνες και τους λόγιους της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Οι δικοί μας ήρωες του 19ου αιώνα, για λόγους που δεν μας βαρύνουν απαραιτήτως, ήταν ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης. Ο παλικαράς επιβίωσε και στην πόλη όπου, πια, παραβιάζει τους κανόνες του ΚΟΚ και πουλάει μαγκιά για να εντυπωσιάσει τα θηλυκά – όπως ακριβώς και οι πρόγονοί του στο χωριό (και η Ελλάδα ήταν τότε ένα μεγάλο χωριό, με εξαίρεση, ίσως, το Ιόνιο). Συμφωνώ, πάντως, απόλυτα σε ό,τι αφορά την απάθεια και την ανοχή όλων των υπολοίπων.

ΥΓ: Δεκτή η επιφύλαξη, αλλά σας διαβεβαιώ ότι δεν κρίνω από συγκεκριμένες προσωπικές εμπειρίες. Αφενός μεν, έχω περάσει αρκετό, πλέον, καιρό σε χώρες του εξωτερικού και, ίσως, από αυτή την σύγκριση προκύπτει και η έντονη δυσφορία μου για την αγένεια και την επιθετικότητα του νεοέλληνα – σε κάθε περίπτωση έχω αρκετά μεγάλη «βάση δεδομένων». Αφετέρου δε, δεν μπορώ να πω ότι έχω προσωπικά αντιμετωπίσει ακραία επιθετικές συμπεριφορές – ίσως λόγω όγκου, δεν ξέρω πως αλλιώς να το ερμηνεύσω!- έχω, όμως, υπάρξει μάρτυρας αρκετών τέτοιων.

ΥΓ2: Σωτήρη, φαντάζομαι το «σωστός» αναφέρεται στον Ανώνυμο. Δεν μας το αναλύεις λίγο περισσότερο; Με ανησυχεί αυτή η λακωνική τοποθέτηση – νιώθεις καλα;

ΥΓ3: Σε ό,τι με αφορά, θυμίζω ότι προτιμώ τον ενικό. Υπογράφω με ολόκληρο το όνομά μου μόνο και μόνο επειδή ήδη το έκανε και ο Θανάσης πριν συστεγασθούμε.

3/4/07 19:16  
Blogger S G said...

"Σωτήρη, φαντάζομαι το «σωστός» αναφέρεται στον Ανώνυμο"

οχι καλε, σε σενα πηγαινε! (αφου παρομοια λογια εχω γραψει και γω) Παρεπιμπτοντως ερχεται στην αναΜορφωση ενα θαυμασιο αρθρο του Σ.Πινκερ για την βια.

16/4/07 12:35  

Post a Comment

<< Home


είδαν φως και μπήκαν